Τον Φεβρουάριο του 2019 η Ομάδα Δράσης των Υπηρεσιών Πρόληψης των Η.Π.Α. (USPSTF) παρουσίασε την τελική της σύσταση για τις παρεμβάσεις πρόληψης της περιγεννητικής κατάθλιψης. Η Ομάδας Δράσης προτείνει οι κλινικοί να παρέχουν ή να παραπέμπουν τις έγκυες και τις γυναίκες μετά τη γέννα που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για περιγεννητική κατάθλιψη σε συμβουλευτικές υπηρεσίες/προγράμματα. «Η αποτελεσματική συμβουλευτική μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της περιγεννητικής κατάθλιψης πριν αυτή αναπτυχθεί» λέει η Karina Davidson, μέλος της Ομάδας Δράσης «Μπορούμε να προλάβουμε τις πιο συχνές και σοβαρές επιπλοκές που συνδέονται με τον ερχομό ενός παιδιού».
Η πρόταση αυτή αφορά στις γυναίκες που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για περιγεννητική κατάθλιψη και όχι όσες έχουν ήδη διαγνωστεί με περιγεννητική κατάθλιψη.
Επειδή έως σήμερα δεν υπάρχει κάποιο αποτελεσματικό εργαλείο ανίχνευσης για την αξιολόγηση του κινδύνου για περιγεννητική κατάθλιψη, συνιστάται η αξιολόγηση της ύπαρξης κάποιων συγκεκριμένων παραγόντων κινδύνου βάσει των οποίων οι κλινικοί θα υπολογίζουν τον κίνδυνο. Οι γυναίκες με ιστορικό κατάθλιψης, συμπτώματα κατάθλιψης, και συγκεκριμένους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες κινδύνου όπως η νεαρή ηλικία ή η μονογονεικότητα μπορεί να βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο και να ωφεληθούν από τις συμβουλευτικές υπηρεσίες. «Οι κλινικοί θα πρέπει να εκτιμάνε το ιστορικό της γυναίκας και τους παράγοντες κινδύνου για να αναγνωρίζουν τις έγκυες και τις γυναίκες που έγιναν πρόσφατα μητέρες που είναι πιο πιθανό να ωφεληθούν από τις συμβουλευτικές υπηρεσίες» λέει ο Aaron B. Caughey, μέλος της Ομάδας Δράσης. “Οι έγκυες γυναίκες που ανησυχούν για κατάθλιψη θα πρέπει να μιλάνε στον γιατρό τους». Η σύσταση αυτή δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of the American Medical Association.
H Ομάδας Δράσης διεξήγαγε μία ανασκόπηση μελετών για να εντοπίσει τις πιο επιτυχημένες παρεμβάσεις πρόληψης της περιγεννητικής κατάθλιψη σε γυναίκες εγκύους ή σε γυναίκες μετά τον τοκετό. Οι παρεμβάσεις που περιλήφθηκαν ήταν η συμβουλευτική, παρεμβάσεις στις υπηρεσίες υγείας, φυσική δραστηριότητα, εκπαίδευση, παρεμβάσεις αυτο-υποστήριξης και άλλες συμπεριφορικές παρεμβάσεις, όπως εκπαίδευση για τον ύπνο του βρέφους και έκφραση μέσω της γραφής, και τέλος φαρμακολογικές παρεμβάσεις.
Σύμφωνα με την Ομάδα Δράσης, δύο είδη συμβουλευτικών παρεμβάσεων κρίθηκαν πιο αποτελεσματικά:
– η Γνωστική- συμπεριφορική θεραπεία (Cognitive behavioral therapy) η οποία αντιμετωπίζει τις αρνητικές σκέψεις και αυξάνει τις θετικές δραστηριότητες και
– η Διαπροσωπική θεραπεία (Interpersonal therapy) που επικεντρώνεται στις σχέσεις ενός ατόμου με άλλους ανθρώπους για τη βελτίωση της επικοινωνίας και την αντιμετώπιση προβλημάτων που συμβάλλουν στην κατάθλιψη
Πιο αναλυτικά, η Γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία εστιάζει στο γεγονός ότι η θετική αλλαγή στη διάθεση και την συμπεριφορά μπορεί να επιτευχθεί με τον εντοπισμό και τη διαχείριση των αρνητικών σκέψεων, αντιλήψεων, στάσεων και με την αύξηση των θετικών γεγονότων και δραστηριοτήτων. Οι κοινές θεραπευτικές τεχνικές περιλαμβάνουν:
• ψυχοεκπαίδευση ασθενή
• καθορισμός στόχων
• αναγνώριση και τροποποίηση των δυσλειτουργικών γνωστικών σχημάτων
• συμπεριφορική ενεργοποίηση
Ένα παράδειγμα γνωστικής-συμπεριφορικής θεραπείας που μελετήθηκε στην ανασκόπηση ήταν το «Mothers and Babies». Περιλάμβανε 6 ως 12 εβδομαδιαίες μονόωρες ή δίωρες ομαδικές συνεδρίες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και 2 ως 5 βοηθητικές συνεδρίες μετά τον τοκετό. Οι ενότητες αφορούσαν τη γνωστική-συμπεριφορική θεωρία για την διάθεση και την υγεία, τις επιπτώσεις του στρες στη φυσιολογία, τη σημαντικότητα της ευχάριστης και ανταποδοτικής δραστηριότητας, τον τρόπο που μπορεί να επέλθει μείωση των γνωστικών στρεβλώσεων και αυτοματοποιημένων σκέψεων, την αξία των κοινωνικών δικτύων, τον ασφαλή δεσμό μεταξύ μητέρας-βρέφους, και τις στρατηγικές γονεϊκότητας για την προώθηση της ανάπτυξης του παιδιού και του ασφαλούς δεσμού με τα βρέφη.
Η Διαπροσωπική θεραπεία εστιάζει στην θεραπεία των διαπροσωπικών ζητημάτων τα οποία συνεισέφεραν στην ανάπτυξη και τη διατήρηση των ψυχολογικών διαταραχών. Κοινές θεραπευτικές τεχνικές είναι:
• Χρήση διερευνητικών ερωτήσεων πχ ανοιχτών ερωτήσεων και ερωτήσεων διευκρίνησης
• Παιχνίδια ρόλων
• Ανάλυση αποφάσεων
• Ανάλυση επικοινωνίας
Το «ReachOut, Stand Strong, Essentials for New Mothers (ROSE)» είναι ένα παράδειγμα διαπροσωπικής θεραπείας που μελετήθηκε από την USPSTF. Περιλάμβανε 4 ή 5 προγεννητικές ομαδικές συνεδρίες διάρκειας 60-90 λεπτών και 1 ατομική συνεδρία μετά τον τοκετό διάρκειας 50 λεπτών. Το περιεχόμενο αφορούσε την ψυχοεκπαίδευση σχετικά με τα λεγόμενα «babyblues» (συμπτώματα μελαγχολίας στις μητέρες) και την επιλόχεια κατάθλιψη, διαχείριση του στρες , ανάπτυξη ενός συστήματος κοινωνικής υποστήριξης, αναγνώριση των αλλαγών που επιφέρει ο ρόλος της μητέρας, συζήτηση για τα είδη των συγκρούσεων που αφορούν τη γέννηση του παιδιού και τεχνικές επίλυσής τους και παιχνίδι ρόλων με ανατροφοδότηση από τις άλλες μητέρες-μέλη της ομάδας.
Περισσότερα για την περιγεννητική κατάθλιψη
Η περιγεννητική κατάθλιψη είναι η εμφάνιση καταθλιπτικής διαταραχής κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή μετά τον τοκετό. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
• απώλεια ενδιαφέροντος και ενέργειας
• καταθλιπτική διάθεση
• διακυμάνσεις στον ύπνο ή στη διατροφή
• μειωμένη ικανότητα σκέψης ή συγκέντρωσης
• αισθήματα αστάθειας
• επαναλαμβανόμενες αυτοκτονικές σκέψεις.
Τα συμπτώματα της κατάθλιψης ή απώλειας ενδιαφέροντος πρέπει να υπάρχουν για τουλάχιστον 2 εβδομάδες. Η διάγνωση δεν πρέπει να συγχέεται με αυτές που είναι λιγότερο σοβαρές και αφορούν τα αισθήματα μελαγχολίας της γυναίκας μετά τον τοκετό («babyblues») , τα οποία εμφανίζονται συχνά ως εμπειρία παροδικής διαταραχής της διάθεσης και περιλαμβάνουν ευερεθιστότητα, κόπωση και άγχος, τα οποία υποχωρούν συνήθως σε 10 ημέρες.
Συνέπειες
Η κατάθλιψη κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά τον τοκετό μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες τόσο στις μητέρες όσο και στα βρέφη. Παρόλο που οι αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές είτε οι καταστροφικές για το έμβρυο συμπεριφορές είναι σπάνιες, η περιγεννητική κατάθλιψη αυξάνει τον κίνδυνο του αυτοκτονικού ιδεασμού και του ιδεασμού για πρόκληση βλάβης στο βρέφος σε σχέση με τις μητέρες που δεν έχουν κατάθλιψη.
Κύριες Συνέπειες:
• Υψηλότερα επίπεδα αρνητικής συμπεριφοράς ( πχ εχθρικές συμπεριφορές προς τα βρέφη) και αποδέσμευση από τα βρέφη σε σχέση με τις μητέρες χωρίς περιγεννητική κατάθλιψη
• Χαμηλότερα επίπεδα θετικών συμπεριφορών που αφορούν την μητρότητα, όπως η αναπαραγωγή ή η απόκτηση παιδιών, σε σχέση με τις μητέρες χωρίς περιγεννητική κατάθλιψη
• αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού,
• μικρά για την ηλικία κύησης νεογέννητα
• χαμηλό βάρος νεογνού
• αυξημένο κίνδυνο πρώιμης παύσης του θηλασμού
• Μικρότερος βαθμός χρήσης από τις μητέρες των προληπτικών υπηρεσιών υγείας (π.χ. εμβολιασμούς) σε σύγκριση με τις μητέρες που δεν παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης.
• Επίδραση σε γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη παιδιού
• Προβλήματα συμπεριφοράς του παιδιού
• Χαμηλότερη γνωστική λειτουργεία παιδιού
• Αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης ψυχιατρικών διαταραχών σε παιδί
Παράγοντες Κινδύνου
• Προηγούμενο ιστορικό κατάθλιψης
• Πρόσφατα συμπτώματα κατάθλιψης ( που δεν βρίσκονται εντός διαγνωστικού ορίου)
• Ιστορικό φυσικής ή σεξουαλικής κακοποίησης
• Μη σχεδιασμένη εγκυμοσύνη ή ανεπιθύμητη
• Στρεσογόνα γεγονότα
• Έλλειψη κοινωνικής και οικονομικής υποστήριξης
• Βία από το σύντροφο
• Διαβήτης πρίν και μετά την κύηση
• Επιπλοκές στον τοκετό
• Μητρότητα στην εφηβεία
• Χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο
• Γενετικοί παράγοντες
Περισσότερα:
https://jamanetwork.com/journals/jama/fullarticle/2724195
Interventions to Prevent Perinatal Depression – US Preventive Services Task Force Recommendation Statement JAMA. 2019;321(6):580-587. doi:10.1001/jama.2019.0007
Προσαρμογή κειμένου:
Φωτεινή Νούλα, Ψυχολόγος
Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ιατρικής Σχολής Αθηνών
‘Προαγωγή και Αγωγή Υγείας’