Πρόκειται για την πρώτη έρευνα που συνέκρινε την επίδραση της πρόσβασης σε εξέταση για Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα (ΣΜΝ) βασισμένη στο διαδίκτυο σε σχέση με τα δια ζώσης ραντεβού για εξέταση. Από τη συγκεκριμένη έρευνα προέκυψε πως οι συμμετέχοντες της ομάδας, που κλήθηκε να χρησιμοποιήσει την εξέταση για ΣΜΝ βασισμένη στο διαδίκτυο (e-STI testing), προέβησαν στην εξέταση σε διπλάσιο βαθμό σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες της άλλης ομάδας συμμετεχόντων, που κλήθηκαν να χρησιμοποιήσουν τις υφιστάμενες υπηρεσίες εξέτασης σε κέντρα υγείας (50% και 26,6% αντίστοιχα). Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να χρησιμοποιήσουν οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία ή παρέμβαση κατά τη διάρκεια διενέργειας της μελέτης.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως το e-STI testing θα μπορούσε να παρέχεται συμπληρωματικά των υφιστάμενων υπηρεσιών, ενώ φαίνεται να αποτελεί αποτελεσματικό μέτρο για την αύξηση των ατόμων που προβαίνουν στην πραγματοποίηση της εξέτασης. Ωστόσο, απαιτούνται επιπρόσθετες έρευνες για να αξιολογηθεί η επίδραση του e-STI testing στη θεραπεία και στην υγεία των ατόμων.
Τα ΣΜΝ παραμένουν ένα παγκόσμιο πρόβλημα δημόσιας υγείας, με τις νέες λοιμώξεις θεραπεύσιμων ΣΜΝ (χλαμύδια, γονόρροια, σύφιλη και τριχομονάδες) να εκτιμώνται στα 357 εκατομμύρια κάθε χρόνο. Στην Αγγλία υπήρχαν, το 2015, περισσότερες από 400.000 νέες διαγνώσεις ΣΜΝ και 5.684 νέες περιπτώσεις HIV.
Το 2016 υπήρχαν περισσότερα από 100.000 νέα περιστατικά ΣΜΝ, που διαγνώστηκαν σε κατοίκους του Λονδίνου, ενώ η πόλη του Λονδίνου αντιπροσώπευε περίπου το ήμισυ των νέων διαγνώσεων HIV στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2015. Η επιβάρυνση (burden) που προκύπτει είναι δυσανάλογα υψηλή μεταξύ των νέων ενηλίκων (<25 ετών), των εθνικών μειονοτήτων και των ανδρών που έχουν σεξουαλική επαφή με άνδρες (MSM).
Εάν τα περιστατικά των ΣΜΝ δεν διαγνωσθούν και δεν ληφθεί θεραπεία, σεξουαλικών μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως τα χλαμύδια και η γονόρροια, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο μετάδοσης του HIV και να προκαλέσουν ένα εύρος προβλημάτων υγείας, όπως υπογονιμότητα και έκτοπη κύηση. Χαμηλά ποσοστά εξέτασης για HIV συμβάλλουν στην αργοπορημένη διάγνωση και σε δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία.
Η ερευνήτρια Emma Wilson από το London School of Hygiene & Tropical Medicine αναφέρει:
«Το e-STI testing εφαρμόζεται προς το παρόν στο Ηνωμένο Βασίλειο ως ένα μέτρο αντιμετώπισης της αυξανόμενης ζήτησης για εξέταση για τα ΣΜΝ, αλλά υπάρχουν πολύ λίγα τεκμήρια διαθέσιμα για το κατά πόσο ενθαρρύνει επιτυχώς τη διενέργεια εξέτασης. Η έρευνά μας, που είναι πρώτη στο είδος της, στόχευε στη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας του e-STI testing για τη σύφιλη, τον HIV, τα χλαμύδια και τη γονόρροια».
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι συμμετέχοντες κατανεμήθηκαν τυχαία σε δύο ομάδες, όπου η καθεμία λάμβανε ένα εκ των δύο μηνυμάτων κειμένου που περιλαμβάνονταν στην έρευνα. Στην ομάδα ελέγχου εστάλη ένα μήνυμα κειμένου, το οποίο περιελάμβανε έναν ηλεκτρονικό σύνδεσμο, ο οποίος οδηγούσε σε μία λίστα με τις τοποθεσίες, τα στοιχεία επικοινωνίας και τις ιστοσελίδες επτά τοπικών κλινικών σεξουαλικής υγείας. Η ομάδα παρέμβασης έλαβε ένα μήνυμα που τους συνέδεε με την υπηρεσία e-STI testing SH:24.
Στην ομάδα αυτή δόθηκαν λεπτομέρειες για την υπηρεσία SH:24, προσφέρθηκαν μέσω ταχυδρομείου κιτ αυτό-εξέτασης για χλαμύδια, γονόρροια, HIV και σύφιλη, τα οποία όταν τα επέστρεφαν, τους δίνονταν τα αποτελέσματα μέσω μηνύματος κειμένου ή τηλεφώνου και τους παρέχονταν πληροφορίες για το ασφαλές σεξ και τη σεξουαλική υγεία. Οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να χρησιμοποιήσουν οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία ή παρέμβαση επιθυμούσαν κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Η ερευνητής Caroline Free από το London School of Hygiene & Tropical Medicine αναφέρει:
«Τα κέντρα σεξουαλικής υγείας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην υγεία της κοινότητας, αλλά κάποιοι άνθρωποι μπορεί να τα θεωρούν άβολα ή ότι στιγματίζονται όταν χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τους, γεγονός που μπορεί να τους αποτρέψει από το να απευθυνθούν σε τέτοιες δομές. Μία πιο μακροπρόθεσμη παρακολούθηση και αξιολόγηση των υπηρεσιών e-STI testing είναι απαραίτητη, αλλά η έρευνά μας έδειξε πως, όταν το e-STI testing διατέθηκε μαζί με τις δια ζώσης υπηρεσίες, ο αριθμός των ατόμων που εξετάστηκε για ΣΜΝ σχεδόν διπλασιάστηκε».
Οι ερευνητές βρήκαν πως οι συμμετέχοντες που διαγνώστηκαν με την χρήση του e-STI testing και οι οποίοι χρειάζονταν να λάβουν θεραπεία, δεν είχαν καθυστέρηση στο πότε έλαβαν τη θεραπεία σε σύγκριση με εκείνους που έκαναν εξαρχής δια ζώσης ραντεβού για εξέταση.
Η ερευνήτρια Δρ. Paula Baraitser του Kings College London, αναφέρει:
«Αν και στην ομάδα παρέμβασης δόθηκαν πληροφορίες για την πρόσβασή τους σε μία υπηρεσία e-STI testing, ορισμένοι από τους συμμετέχοντες επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν δια ζώσης υπηρεσίες. Συνεπώς, είναι σημαντικό να παρέχονται παράλληλα διαδικτυακές και δια ζώσης υπηρεσίες, ώστε να καλύπτονται οι διαφορετικές ανάγκες των ατόμων. Καθώς αναπτύσσονται οι υπηρεσίες σεξουαλικής υγείας, θα θέλαμε να δούμε περισσότερες προσπάθειες εναρμονισμού διαδικτυακών και δια ζώσης υπηρεσιών. Παροτρύνουμε την από κοινού ανάθεση αυτών των διαφορετικών μεθόδων παροχής φροντίδας, ώστε να διασφαλιστεί πως οι χρήστες των υπηρεσιών μπορούν να εναλλάσσουν τη χρήση της μίας με την άλλη ανάλογα με τις ανάγκες που έχουν, επιτρέποντας έτσι τη συνέχεια της φροντίδας υγείας».
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ως περιορισμούς της μελέτης το ότι δεν κατάφεραν να επιτύχουν το στόχο των 3.000 συμμετεχόντων, κάτι που σημαίνει ότι δεν κατέστη δυνατό να εντοπίσουν διαφορές σε περιστατικά που διαγνώστηκαν και περιστατικά που έλαβαν θεραπεία. Είναι, επίσης, πιθανό τα άτομα που δήλωσαν συμμετοχή στην έρευνα να είχαν εξαρχής μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την εξέταση για ΣΜΝ, σε σύγκριση με όσους αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους.
Publication: Emma Wilson, Caroline Free, Tim P. Morris , Jonathan Syred, Irrfan Ahamed , Anatole S. Menon-Johansson , Melissa J. Palmer , Sharmani Barnard , Emma Rezel, Paula Baraitser. Internet-accessed sexually transmitted infection (e-STI) testing and results service: A randomised, single-blind, controlled trial. PLOS Medicine. DOI: 10.1371/journal.pmed.1002479.