Δεν θα πρέπει να εστιάζουμε στην εξάλειψη των «κακών» τροφών από τη διατροφή μας, αλλά στη μείωση του μεγέθους των μερίδων τους και στην αναπλήρωσή τους με την κατανάλωση υγιεινών τροφών, όπως γράφει ο Jim Patterson στην ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου Vanderbilt.
«Προτείνουμε μία απλή λύση, η οποία μπορεί να βοηθήσει τους καταναλωτές, που σε άλλη περίπτωση θα επέλεγαν τις ανθυγιεινές τροφές υπέρ των υγιεινών, να αυξήσουν την κατανάλωση των υγιεινών τροφίμων μειώνοντας παράλληλα την κατανάλωση των ανθυγιεινών, ενώ εξακολουθούν να εκπληρώνουν και τους γευστικούς στόχους που θέτουν δημιουργώντας ζεύγη υγιεινών και ανθυγιεινών τροφών αναφέρει η Kelly L. Haws, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Vanderbilt.
Στην έρευνά της η Haws βρήκε πως οι άνθρωποι τείνουν να έχουν το λεγόμενο σημείο ισορροπίας γεύσης-υγείας, το οποίο συνίσταται στην αναλογία των υγιεινών και ανθυγιεινών τροφίμων που ένα άτομο βρίσκει ικανοποιητική από άποψη γεύσης και πείνας.
Σε γενικές γραμμές, η Haws υποστηρίζει πως η ιδανική ισορροπία μεταξύ υγιεινών και ανθυγιεινών τροφών είναι μία μικρή προς μέτρια μερίδα των ανθυγιεινών (δηλ. περίπου το ¼ προς ½ μίας μερίδας) και μία κανονική προς μεγάλη μερίδα των υγιεινών.
«Εάν, για παράδειγμα, μιλούσαμε για ένα ζεύγος τροφών που αποτελείται από τηγανητές πατάτες και φέτες μήλου, πιθανόν θα χρειαστεί μία μικρή ή πολύ μικρή μερίδα από τηγανητές πατάτες για να ικανοποιηθεί η ανάγκη για κατανάλωση ανθυγιεινών τροφών», αναφέρει η Haws.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση των ανθυγιεινών – υγιεινών τροφών θα μπορούσε να λειτουργήσει για εστιατόρια ή μηχανές αυτόματης πώλησης τροφίμων, ώστε να μεγιστοποιήσουν τη διάθεση υγιεινών επιλογών, χωρίς να θέσουν σε δεύτερη μοίρα την γεύση, συμπεραίνει η Haws.
Πηγή: Vanderbilt University http://news.vanderbilt.edu/2014/08/size-matters-healthier-foods/