Ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) δημοσίευσε έκθεσή του για την Ισότητα των Φύλων με τίτλο “Closing the Gender Gap: Act Now”. Η έκθεση αναλύει το υπάρχον χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στις 31 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, όσον αφορά στην εκπαίδευση και την απασχόληση.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην εκπαίδευση, και, κυρίως, στις ανώτερες και ανώτατες βαθμίδες, έχει συμβάλει παγκοσμίως στην αντίστοιχη αύξηση της συμμετοχής τους στην αγορά εργασίας. Παραμένουν, ωστόσο, σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων σε τομείς, όπως οι ώρες εργασίας, οι συνθήκες εργασίας και οι αποδοχές. Η έλλειψη κατάλληλων πολιτικών για την υποστήριξη της μητρότητας, υπονομεύουν τις προοπτικές σταδιοδρομίας των γυναικών, συμβάλλοντας έτσι στην αύξηση του χάσματος μεταξύ των δύο φύλων.
Στις χώρες του ΟΟΣΑ οι γυναίκες έχουν κατά μέσο όρο 16% λιγότερες αποδοχές από τους άνδρες σε παρόμοιες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, ενώ η διαφορά αυτή φτάνει μέχρι και το 21% στην κορυφή της μισθολογικής κλίμακας. Παράλληλα, οι οικογένειες με μικρά παιδιά χρειάζονται οικονομικά προσιτές επιλογές για την φροντίδα των παιδιών τους, ώστε να μπορούν να εργάζονται και οι δύο. Συνήθως, όμως, ο μισθός ενός εκ των δύο γονέων πηγαίνει στη φύλαξη και φροντίδα των παιδιών τις ώρες που αυτοί εργάζονται, με αποτέλεσμα να αποφέρει μικρό ή και μηδενικό οικονομικό κέρδος η απασχόληση, ή τουλάχιστον η πλήρης απασχόληση, και των δύο. Κατά συνέπεια η μερική απασχόληση των γυναικών είναι ένα ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο, κάτι που με τη σειρά του διευρύνει το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ για τα ζευγάρια που δεν έχουν παιδιά το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών ανέρχεται στο 7%, για τις οικογένειες με ένα ή περισσότερα παιδιά αυξάνεται σημαντικά στο 22%.
Επίσης, πολλά συστήματα ακόμη, έστω και έμμεσα, θεωρούν την ανατροφή των παιδιών ως αποκλειστικό καθήκον της μητέρας, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να επιφορτίζονται και με τις περισσότερες εργασίες του σπιτιού (οικιακές εργασίες, φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων συγγενών) ανεξάρτητα από το εάν έχουν πλήρη απασχόληση ή όχι. Εξαιτίας αυτού οι γυναίκες αναγκάζονται να κάνουν πιο συχνά χρήση πολιτικών που ευνοούν την οικογένεια, όπως για παράδειγμα το ευέλικτο ωράριο ή η γονική άδεια, κάτι που διαιωνίζει όμως την αντίληψη πως οι οικογενειακές υποχρεώσεις είναι πρωτίστως δικό τους καθήκον.
Η μισθολογική ανισότητα έχει σημαντικό αντίκτυπο σε όλη τη διάρκεια της ζωής των γυναικών. Καθώς πολλές από αυτές έχουν απασχοληθεί λιγότερο στην αγορά εργασίας, αλλά έχουν αναλάβει τον μεγαλύτερο όγκο της μη αμειβόμενης εργασίας στο σπίτι, συχνά συνταξιοδοτούνται με πολύ χαμηλότερες συντάξεις. Έχοντας κατά μέσο όρο σχεδόν 6 χρόνια περισσότερα χρόνια ζωής από τους άνδρες, οι γυναίκες άνω των 65 ετών είναι σήμερα περισσότερο από μιάμιση φορές πιο πιθανό να ζουν σε συνθήκες φτώχειας από ό, τι οι άνδρες της ίδιας ηλικιακής ομάδας.
Εν μέσω της οικονομικής κρίσης, λαμβάνουν χώρα πολλές περικοπές στις θέσεις εργασίας, κυρίως του δημοσίου τομέα. Το γεγονός αυτό αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω τη θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι αντιπροσωπεύουν το 60% του συνολικού εργατικού δυναμικού σε αυτόν τον τομέα απασχόλησης. Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί από τις κυβερνήσεις των κρατών πως οι όποιες περικοπές δαπανών δε θα ανατρέψουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι τώρα στην ισότητα των δύο φύλων στην απασχόληση.
Πέραν της απασχόλησης, η έκθεση του ΟΟΣΑ παρουσιάζει νέα δεδομένα για το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στην επιχειρηματικότητα. Το ποσοστό των επιχειρήσεων που ανήκουν σε γυναίκες κυμαίνεται στο 30% στις χώρες του ΟΟΣΑ, ενώ όσες είναι αυτό-απασχολούμενες κερδίζουν 30% με 40% λιγότερο από τους άνδρες με αντίστοιχο εργασιακό καθεστώς. Όσον αφορά στην εκπαίδευση, τα κορίτσια, εφόσον έχουν πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα, έχουν καλύτερες επιδόσεις έναντι των αγοριών σε πολλούς κλάδους και έχουν περισσότερες πιθανότητες να παραμείνουν στο σχολείο μέχρι την ηλικία των 18 ετών ή και περισσότερο. Ωστόσο, είναι λιγότερο πιθανό να επιλέξουν κατεύθυνση σπουδών που αφορά στην τεχνολογία ή στις επιστήμες, ενώ ακόμη και αν το πράξουν, υπάρχουν λιγότερες πιθανότητες να ακολουθήσουν αντίστοιχη σταδιοδρομία.
Είναι σαφές πως τα παραπάνω ζητήματα είναι πολυσύνθετα και η κατάλληλη αντιμετώπισή τους συνεπάγεται δομικές αλλαγές στη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να σημειώσουν περαιτέρω πρόοδο στην πρόσβαση και στην ποιότητα της εκπαίδευσης, καθώς και στη βελτίωση των συστημάτων φορολόγησης και παροχών. Θα πρέπει, παράλληλα, να στρέψουν τις προσπάθειές τους στο να κάνουν οικονομικά πιο προσιτή τη φύλαξη και τη φροντίδα των παιδιών, προκειμένου να υποστηρίξουν τις γυναίκες να συμβάλουν ακόμη περισσότερο στην οικονομική ανάπτυξη των κρατών και σε μια πιο δίκαιη κοινωνία.
Πηγές:
http://www.womenlobby.org/spip.php?article4386
http://www.oecd.org/gender/closingthegap.htm
Περισσότερες πληροφορίες:
http://www.oecd.org/newsroom/lackofsupportformotherhoodhurtingwomenscareerprospectsdespitegainsineducationandemploymentsaysoecd.htm